Στην Ελλάδα συνεχίζουμε να έχουμε ακόμα και σήμερα με διαφορά τα περισσότερα φαρμακεία σε όλη την Ευρώπη (94 Φαρμακεία ανά 100.000 κατοίκους με δεύτερο το Βέλγιο με μόλις 49 φαρμακεία αντίστοιχα), και μάλιστα κατά 99% πλήρως μηχανογραφημένα και όλα ιδιοκτησίας φαρμακοποιών, όπως άλλωστε στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της Ε.Ε.
Ταυτόχρονα απολαμβάνουμε και την...
... καλύτερη δυνατή διασπορά αυτών σε όλη την Επικράτεια, προς όφελος όλων των συμπολιτών μας όπου και αν κατοικούν, χάρη στις πληθυσμιακές και αποστασιακές ρυθμίσεις στις αδειοδοτήσεις (που μόλις πρόσφατα κρίθηκαν και αυτές συνταγματικές ως νομοθετικές προβλέψεις -απόφ. 2533/2011 του ΣτΕ, Τμήμα Δ- ακριβώς όπως συνέβη και με νέο ωράριο λειτουργίας πριν λίγες ημέρες, επίσης σε απόφαση του ΣτΕ).
Την ίδια ώρα η ελληνική Πολιτεία αγοράζει τις υπηρεσίες τους στην οικονομικότερη πανευρωπαϊκά τιμή (το ποσοστό κέρδους τους είναι από το 2011 κλιμακωτό με κατ΄ αποκοπήν αμοιβή και κυμαίνεται μεταξύ 14-16% ανάλογα το Φαρμακείο, όταν ο μέσος όρος στις 25 ευρωπαϊκές χώρες κυμαίνεται στο 19,5% (2010), ενώ την ίδια ώρα όλοι σχεδόν οι συγκρίσιμοι υπόλοιποι χώροι Οικονομικής δραστηριότητας πέραν της Υγείας (κοινή Αγορά, χώρος πέραν της Υγείας), λειτουργούν με πολλαπλάσια ως υπερπολλαπλάσια ποσοστά κέρδους).
Και όλα αυτά, όταν σήμερα πλέον (τέλη 2012) η κατά κεφαλήν εξωνοσοκομειακή Φαρμακευτική Δαπάνη στη χώρα μας βρίσκεται στα 253 €/ασφαλισμένο, δηλαδή 21% φθηνότερη από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ και 33% χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. (source: IOBE/SFEE, Facts & Figures 2012).
Ακόμα και σε δευτερεύουσες λειτουργίες των φαρμακείων -από οικονομική άποψη κύκλου εργασιών, αλλά εξίσου σημαντικές από πιο σφαιρική θέαση που περιλαμβάνει και ζητήματα προστασίας της Δημόσιας Υγείας- όπως είναι η χορήγηση μη ασφαλιστικώς αποζημιούμενων φαρμάκων (Μ.Υ. Συ.Φα.), η Ελλάδα με συνδυασμό μέσου όρου τιμής μόλις τα 1,7€ ανά τεμάχιο και ταυτόχρονα βέλτιστης ποιότητας και ασφάλειας στη χορήγηση (αποκλειστικά από τα φαρμακεία, όπως όμως και σε ένα επιπλέον 60% του ευρωπαϊκού εδάφους, κυρίως κεντρικές και δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, στ: PGEU 2010), η Ελλάδα αποτελεί πλέον χρυσό πρότυπο στην Ε.Ε. στην παροχή φαρμακοθεραπείας στους πολίτες, σε όλες τις παραμέτρους αυτής της λειτουργίας.
Αυτά είναι τα στοιχεία που δείχνουν την πραγματικότητα στη μία όψη της. Μία πολύ καλά και ολοκληρωμένα ρυθμισμένη νομοθετικά λειτουργία, κρίσιμη για το Δημόσιο Συμφέρον, ενός οργανικού σκέλους του ευρύτερου Συστήματος Υγείας, που αποκλείει νομοθετημένα και αποτελεσματικά τα πολύ γνωστά νοσηρά και κοστοβόρα φαινόμενα καρτέλ, συγκεντροποίησης αγοράς και υποβάθμισης υπηρεσιών εξαιτίας παρουσίας τρίτων-άσχετων στον ευαίσθητο αυτό χώρο (κοινό mass-market), τουλάχιστον στο σκέλος της τελικής χορήγησης (απευθείας στον πολίτη), λειτουργεί πλέον με την καλύτερη πανευρωπαϊκά σχέση κόστους/αποτελέσματος.
Είναι λοιπόν φυσιολογικό το ότι σχεδόν κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης, στις παραπάνω εξαιρετικά σημαντικές παραμέτρους, έχει κάθε λόγο πλέον να ζηλεύει τη χώρα μας.
Είναι όλα αυτά αρκετά; Δυστυχώς όχι. Υπάρχει παράλληλα και μία άλλη όψη της πραγματικότητας: Η εύρυθμη και σε σημαντικό βαθμό οικονομικά εξορθολογισμένη πλέον λειτουργία της παροχής εξωνοσοκομειακής φαρμακοθεραπείας έχει σαν τίμημα την αδιαίρετη σχέση με το γνωστό Κράτος της, ακόμα υποβόσκουσας σε αρκετές εκφάνσεις, γνωστής «ελληναράδικης» φυσιογνωμίας «παλαιάς κοπής».
Χαριστικές-προνομιακές ρυθμίσεις κυρίως προς λίγες πολυεθνικές εταιρείες και σε βάρος του Δημοσίου Συμφέροντος, των Οικονομικών της χώρας, των ασφαλισμένων και των υπολοίπων παρόχων (φάρμακα όπου τα περιθώρια κέρδους όλων των παρόχων πλην εταιρειών συμπιέζονται μέχρι σημείου... κάτω του λειτουργικού κόστους (!) αλλά παρόλ’ αυτά η τιμή των φαρμάκων αυτών... αυξάνεται (!!) σε βάρος του Ασφ. Συστήματος, βλ. πχ. Δελτίο Τιμών 2-5-2013 –συμψηφισμοί χρεών αποκλειστικά και προνομιακά υπέρ μεγάλων εταιρειών και κανενός άλλου– αβελτηρία και καθυστερήσεις στο παρελθόν στην είσπραξη κρατήσεων από τις εταιρείες – υπόγεια απροθυμία στην εφαρμογή σύγχρονων τομών στη συνταγογράφηση όπως η χρήση της δραστικής ουσίας).
Χαοτικές, παράνομες και θανάσιμες οικονομικά καθυστηρήσεις πληρωμών από τα Ασφ. Ταμεία, που πλέον ως φαινόμενο έχει χρονίσει και συνεχίζει, και έχει στεγνώσει την απαραίτητη ρευστότητα των Φαρμακείων παρεμποδίζοντάς τα να αγοράζουν φάρμακα για να χορηγήσουν στους ασθενείς.
Υπολείμματα κάποιων παραμένοντων ακραίων και επιπόλαιων ιδεοληπτικών εμμονών σε κρίσιμα ζητήματα υγείας (περιθωριακές προθέσεις εναπομείναντων αλλά ακόμα ισχυρών ιδιωτικών-κερδοσκοπικών συμφερόντων για απορρύθμιση σκελών της λειτουργίας των Φαρμακείων ώστε να διεισδύσουν επιβάλλοντας συγκεντρωποίηση και δεσπόζουσες θέσεις σε βάρος του συμφέροντος των ασφαλισμένων για ίδιον όφελος), που προκαλούν ανασφάλεια στη λειτουργία της παροχής φαρμακοθεραπείας και υποσκάπτουν τη «φυγή προς τα εμπρός» για τους φαρμακοποιούς και τα φαρμακεία, και άλλα πολλά, απειλούν να υπονομεύσουν σοβαρά τις βάσεις ενός φαρμακευτικού μοντέλου που στις κύριες λειτουργίες του «βάζει τα γυαλιά» σε οποιοδήποτε άλλο μοντέλο διεθνώς.
Και ταυτόχρονα απειλούν σοβαρά και τα ίδια τα υπάρχοντα φαρμακεία που οργανικά το απαρτίζουν, με σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές δυνητικές συνέπειες πολύ ευρύτερες του χώρου τους ή του χώρου της Υγείας, πχ. η απειλή πρόκλησης μαζικής ανεργίας λόγω συμπίεσης περιθωρίων κέρδους και συσσώρευσης ληξιπρόθεσμων οφειλών από το Ασφ. Σύστημα (πέραν της κρίσιμης αποστολής τους, τα φαρμακεία αποτελούν σήμερα και τον μεγαλύτερο εργοδότη πανελλαδικά στον χώρο του φαρμάκου, με σχεδόν 30.000 εργαζόμενους να απασχολούνται σε αυτά, δηλ. άνω του 60% του συνόλου των εργαζομένων στον χώρο του φαρμάκου, επεξεργ. από στ: Icap-Group, αρχές 2013. Σημ.: η μισθοδοσία των απασχολούμενων στα Φαρμακεία καλύπτεται από το ήδη υπερβολικά απομειωμένο σημερινό μεικτό ποσοστό κέρδους τους).
Τα φαρμακεία δεν είναι κοινά καταστήματα. Και, αν κρίνει κανείς από την εμπειρία της λειτουργίας, τα διεθνή συγκριτικά δεδομένα, και τις προσδοκίες του κόσμου από αυτά, αυτό είναι και το συμφερότερο για την κοινωνία και την οικονομία.
Η επιστημονικά στοχευμένη λειτουργία τους -απαλλαγμένη από την αβεβαιότητα της επιβίωσης, τους επιβαλλόμενους μικροανταγωνισμούς κοντόφθαλμης κερδοσκοπικής φύσεων που θεριεύουν σε αρρύθμιστα νομοθετικώς περιβάλλοντα και υπονομεύουν την ποιότητα των υπηρεσιών, και την υδροκέφαλη γραφειοκρατία που συνθλίβει τη δημιουργικότητα, και ταυτόχρονα εμπλουτισμένη με στοιχεία συστηματικής και συνεχούς Διά Βίου Ανεξάρτητης Εκπαίδευσης πανεπιστημιακής προέλευσης και αξιοποίησης των ισχυρών συλλογικών δομών των φαρμακοποιών (Σύλλογοι – Συνεταιρισμοί) – εξοικονομούν ετησίως εκατοντάδες εκατομύρια € ανακουφίζοντας το Ασφ. Σύστημα και την τσέπη των πολιτών (Σ.Σ.: πρόσφατη έρευνα της PWC έδειξε ότι μόνον οι δωρεάν συμβουλές των φαρμακοποιών εξοικονομούν ετησίως ένα ποσό της τάξης των 500 εκατομ. € σε πρωτοβάθμια Περίθαλψη και σχεδόν άλλο 1 δις € σε Δευτεροβάθμια, σε ευρωπαϊκή χώρα που τα φαρμακεία λειτουργούν στα ελληνικά πρότυπα και με πληθυσμό τον μισό από τον ελληνικό, Price Water House Coopers, Sept. 2010), προσφέρουν ανεκτίμητη αποσυμφόρηση στον φόρτο εργασίας του υπόλοιπου Συστήματος Υγείας, προσφέρουν εργασία σε χιλιάδες συμπολίτες μας, και καλή υγεία σε όλο τον πληθυσμό.
Έχουμε λοιπόν πάρα πολλά να κερδίσουμε σαν κοινωνία αν τόσο αυτά όσο και τους φαρμακοποιούς τους φροντίσουμε και τους επιτρέψουμε να λειτουργούν όπως ακριβώς είναι η ειδική ιδιοσυγκρασία τους. Δηλαδή φαρμακεία και φαρμακοποιοί.
* Ο κ. Γιάννης Δαγρές είναι Φαρμακοποιός - Μέλος της Διοίκησης του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής
Πηγή:www.capital.gr
Την ίδια ώρα η ελληνική Πολιτεία αγοράζει τις υπηρεσίες τους στην οικονομικότερη πανευρωπαϊκά τιμή (το ποσοστό κέρδους τους είναι από το 2011 κλιμακωτό με κατ΄ αποκοπήν αμοιβή και κυμαίνεται μεταξύ 14-16% ανάλογα το Φαρμακείο, όταν ο μέσος όρος στις 25 ευρωπαϊκές χώρες κυμαίνεται στο 19,5% (2010), ενώ την ίδια ώρα όλοι σχεδόν οι συγκρίσιμοι υπόλοιποι χώροι Οικονομικής δραστηριότητας πέραν της Υγείας (κοινή Αγορά, χώρος πέραν της Υγείας), λειτουργούν με πολλαπλάσια ως υπερπολλαπλάσια ποσοστά κέρδους).
Και όλα αυτά, όταν σήμερα πλέον (τέλη 2012) η κατά κεφαλήν εξωνοσοκομειακή Φαρμακευτική Δαπάνη στη χώρα μας βρίσκεται στα 253 €/ασφαλισμένο, δηλαδή 21% φθηνότερη από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ και 33% χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. (source: IOBE/SFEE, Facts & Figures 2012).
Ακόμα και σε δευτερεύουσες λειτουργίες των φαρμακείων -από οικονομική άποψη κύκλου εργασιών, αλλά εξίσου σημαντικές από πιο σφαιρική θέαση που περιλαμβάνει και ζητήματα προστασίας της Δημόσιας Υγείας- όπως είναι η χορήγηση μη ασφαλιστικώς αποζημιούμενων φαρμάκων (Μ.Υ. Συ.Φα.), η Ελλάδα με συνδυασμό μέσου όρου τιμής μόλις τα 1,7€ ανά τεμάχιο και ταυτόχρονα βέλτιστης ποιότητας και ασφάλειας στη χορήγηση (αποκλειστικά από τα φαρμακεία, όπως όμως και σε ένα επιπλέον 60% του ευρωπαϊκού εδάφους, κυρίως κεντρικές και δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, στ: PGEU 2010), η Ελλάδα αποτελεί πλέον χρυσό πρότυπο στην Ε.Ε. στην παροχή φαρμακοθεραπείας στους πολίτες, σε όλες τις παραμέτρους αυτής της λειτουργίας.
Αυτά είναι τα στοιχεία που δείχνουν την πραγματικότητα στη μία όψη της. Μία πολύ καλά και ολοκληρωμένα ρυθμισμένη νομοθετικά λειτουργία, κρίσιμη για το Δημόσιο Συμφέρον, ενός οργανικού σκέλους του ευρύτερου Συστήματος Υγείας, που αποκλείει νομοθετημένα και αποτελεσματικά τα πολύ γνωστά νοσηρά και κοστοβόρα φαινόμενα καρτέλ, συγκεντροποίησης αγοράς και υποβάθμισης υπηρεσιών εξαιτίας παρουσίας τρίτων-άσχετων στον ευαίσθητο αυτό χώρο (κοινό mass-market), τουλάχιστον στο σκέλος της τελικής χορήγησης (απευθείας στον πολίτη), λειτουργεί πλέον με την καλύτερη πανευρωπαϊκά σχέση κόστους/αποτελέσματος.
Είναι λοιπόν φυσιολογικό το ότι σχεδόν κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης, στις παραπάνω εξαιρετικά σημαντικές παραμέτρους, έχει κάθε λόγο πλέον να ζηλεύει τη χώρα μας.
Είναι όλα αυτά αρκετά; Δυστυχώς όχι. Υπάρχει παράλληλα και μία άλλη όψη της πραγματικότητας: Η εύρυθμη και σε σημαντικό βαθμό οικονομικά εξορθολογισμένη πλέον λειτουργία της παροχής εξωνοσοκομειακής φαρμακοθεραπείας έχει σαν τίμημα την αδιαίρετη σχέση με το γνωστό Κράτος της, ακόμα υποβόσκουσας σε αρκετές εκφάνσεις, γνωστής «ελληναράδικης» φυσιογνωμίας «παλαιάς κοπής».
Χαριστικές-προνομιακές ρυθμίσεις κυρίως προς λίγες πολυεθνικές εταιρείες και σε βάρος του Δημοσίου Συμφέροντος, των Οικονομικών της χώρας, των ασφαλισμένων και των υπολοίπων παρόχων (φάρμακα όπου τα περιθώρια κέρδους όλων των παρόχων πλην εταιρειών συμπιέζονται μέχρι σημείου... κάτω του λειτουργικού κόστους (!) αλλά παρόλ’ αυτά η τιμή των φαρμάκων αυτών... αυξάνεται (!!) σε βάρος του Ασφ. Συστήματος, βλ. πχ. Δελτίο Τιμών 2-5-2013 –συμψηφισμοί χρεών αποκλειστικά και προνομιακά υπέρ μεγάλων εταιρειών και κανενός άλλου– αβελτηρία και καθυστερήσεις στο παρελθόν στην είσπραξη κρατήσεων από τις εταιρείες – υπόγεια απροθυμία στην εφαρμογή σύγχρονων τομών στη συνταγογράφηση όπως η χρήση της δραστικής ουσίας).
Χαοτικές, παράνομες και θανάσιμες οικονομικά καθυστηρήσεις πληρωμών από τα Ασφ. Ταμεία, που πλέον ως φαινόμενο έχει χρονίσει και συνεχίζει, και έχει στεγνώσει την απαραίτητη ρευστότητα των Φαρμακείων παρεμποδίζοντάς τα να αγοράζουν φάρμακα για να χορηγήσουν στους ασθενείς.
Υπολείμματα κάποιων παραμένοντων ακραίων και επιπόλαιων ιδεοληπτικών εμμονών σε κρίσιμα ζητήματα υγείας (περιθωριακές προθέσεις εναπομείναντων αλλά ακόμα ισχυρών ιδιωτικών-κερδοσκοπικών συμφερόντων για απορρύθμιση σκελών της λειτουργίας των Φαρμακείων ώστε να διεισδύσουν επιβάλλοντας συγκεντρωποίηση και δεσπόζουσες θέσεις σε βάρος του συμφέροντος των ασφαλισμένων για ίδιον όφελος), που προκαλούν ανασφάλεια στη λειτουργία της παροχής φαρμακοθεραπείας και υποσκάπτουν τη «φυγή προς τα εμπρός» για τους φαρμακοποιούς και τα φαρμακεία, και άλλα πολλά, απειλούν να υπονομεύσουν σοβαρά τις βάσεις ενός φαρμακευτικού μοντέλου που στις κύριες λειτουργίες του «βάζει τα γυαλιά» σε οποιοδήποτε άλλο μοντέλο διεθνώς.
Και ταυτόχρονα απειλούν σοβαρά και τα ίδια τα υπάρχοντα φαρμακεία που οργανικά το απαρτίζουν, με σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές δυνητικές συνέπειες πολύ ευρύτερες του χώρου τους ή του χώρου της Υγείας, πχ. η απειλή πρόκλησης μαζικής ανεργίας λόγω συμπίεσης περιθωρίων κέρδους και συσσώρευσης ληξιπρόθεσμων οφειλών από το Ασφ. Σύστημα (πέραν της κρίσιμης αποστολής τους, τα φαρμακεία αποτελούν σήμερα και τον μεγαλύτερο εργοδότη πανελλαδικά στον χώρο του φαρμάκου, με σχεδόν 30.000 εργαζόμενους να απασχολούνται σε αυτά, δηλ. άνω του 60% του συνόλου των εργαζομένων στον χώρο του φαρμάκου, επεξεργ. από στ: Icap-Group, αρχές 2013. Σημ.: η μισθοδοσία των απασχολούμενων στα Φαρμακεία καλύπτεται από το ήδη υπερβολικά απομειωμένο σημερινό μεικτό ποσοστό κέρδους τους).
Τα φαρμακεία δεν είναι κοινά καταστήματα. Και, αν κρίνει κανείς από την εμπειρία της λειτουργίας, τα διεθνή συγκριτικά δεδομένα, και τις προσδοκίες του κόσμου από αυτά, αυτό είναι και το συμφερότερο για την κοινωνία και την οικονομία.
Η επιστημονικά στοχευμένη λειτουργία τους -απαλλαγμένη από την αβεβαιότητα της επιβίωσης, τους επιβαλλόμενους μικροανταγωνισμούς κοντόφθαλμης κερδοσκοπικής φύσεων που θεριεύουν σε αρρύθμιστα νομοθετικώς περιβάλλοντα και υπονομεύουν την ποιότητα των υπηρεσιών, και την υδροκέφαλη γραφειοκρατία που συνθλίβει τη δημιουργικότητα, και ταυτόχρονα εμπλουτισμένη με στοιχεία συστηματικής και συνεχούς Διά Βίου Ανεξάρτητης Εκπαίδευσης πανεπιστημιακής προέλευσης και αξιοποίησης των ισχυρών συλλογικών δομών των φαρμακοποιών (Σύλλογοι – Συνεταιρισμοί) – εξοικονομούν ετησίως εκατοντάδες εκατομύρια € ανακουφίζοντας το Ασφ. Σύστημα και την τσέπη των πολιτών (Σ.Σ.: πρόσφατη έρευνα της PWC έδειξε ότι μόνον οι δωρεάν συμβουλές των φαρμακοποιών εξοικονομούν ετησίως ένα ποσό της τάξης των 500 εκατομ. € σε πρωτοβάθμια Περίθαλψη και σχεδόν άλλο 1 δις € σε Δευτεροβάθμια, σε ευρωπαϊκή χώρα που τα φαρμακεία λειτουργούν στα ελληνικά πρότυπα και με πληθυσμό τον μισό από τον ελληνικό, Price Water House Coopers, Sept. 2010), προσφέρουν ανεκτίμητη αποσυμφόρηση στον φόρτο εργασίας του υπόλοιπου Συστήματος Υγείας, προσφέρουν εργασία σε χιλιάδες συμπολίτες μας, και καλή υγεία σε όλο τον πληθυσμό.
Έχουμε λοιπόν πάρα πολλά να κερδίσουμε σαν κοινωνία αν τόσο αυτά όσο και τους φαρμακοποιούς τους φροντίσουμε και τους επιτρέψουμε να λειτουργούν όπως ακριβώς είναι η ειδική ιδιοσυγκρασία τους. Δηλαδή φαρμακεία και φαρμακοποιοί.
* Ο κ. Γιάννης Δαγρές είναι Φαρμακοποιός - Μέλος της Διοίκησης του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής
Πηγή:www.capital.gr