Σε στάση πληρωμών έναντι των εφοριών, των ασφαλιστικών ταμείων αλλά και των εργαζομένων τους οδηγούνται όλο και περισσότεροι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες απειλώντας με «κραχ» τα κρατικά έσοδα. Μάλιστα, έξι στους δέκα δεν θα μπορέσουν, λόγω της ύφεσης, να είναι συνεπείς στις φορολογικές τους υποχρεώσεις.
Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα της εξαμηνιαίας έρευνας που διενήργησε η εταιρεία Marc AE για λογαριασμό της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας, και παρουσιάστηκε χθες από τον πρόεδρο της Συνομοσπονδίας Γιώργο Καββαθά.
Τα ευρήματά της προκαλούν έντονη ανησυχία καθώς όχι μόνο αυξάνεται ο αριθμός των μικρομεσαίων που αδυνατούν να είναι συνεπείς στις οικονομικές τους υποχρεώσεις, αλλά ταυτόχρονα αργοσβήνει κάθε ελπίδα για επενδύσεις από τον πάλαι ποτέ ισχυρό κλάδο της ελληνικής οικονομίας.
Τα «λουκέτα» και η ανεργία συνεχίζουν με αμείωτο ρυθμό: Το δεύτερο εξάμηνο του έτους εκτιμάται ότι θα κλείσουν 40.000 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να χαθούν 85.000 με 90.000 θέσεις συνολικής απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί). Από αυτές οι μισές, 45.000, είναι θέσεις μισθωτής εργασίας. Το πρώτο εξάμηνο του έτους χάθηκαν 56.000 θέσεις μισθωτής απασχόλησης.
Η τραγική πτώση των πωλήσεων και η τεράστια απουσία ρευστότητας έχουν αναγκάσει τις επιχειρήσεις να καθυστερούν τις πληρωμές των απασχολούμενών τους. Στις 110.000 έχουν υπολογιστεί εκείνες που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην έγκαιρη καταβολή των μισθών.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις αναφέρουν αυξημένες ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία.
Στον ΟΑΕΕ (Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών) οφείλει εισφορές το 43,2% των ερωτηθέντων, ενώ στο ΙΚΑ οφείλει το 22,6% (έναντι 17,3% τον Ιανουάριο, αύξηση 30% σε ένα εξάμηνο).
Το 63,3% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές του υποχρεώσεις το επόμενο εξάμηνο. Η πρόσφατη ρύθμιση που νομοθετήθηκε δεν έχει ουσιαστικό αντίκρισμα, καθώς μόνο το 20-25% των οφειλετών προσβλέπει στη χρησιμοποίησή της.
Μία στις 3 επιχειρήσεις αναφέρει ότι καθυστερεί να πληρώσει τις οφειλές σε ΔΕΚΟ.
Οι ρυθμίσεις που έκαναν οι επιχειρήσεις στην ιδιωτική σφαίρα της οικονομίας φαίνεται να έχουν αποδώσει καλύτερα, καθώς μειώθηκαν οι επιχειρήσεις που οφείλουν σε δάνεια, ενοίκια και προμηθευτές (31,3%, 28,0% και 27,8% αντίστοιχα).
Το μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης σε σχέση με τις οφειλές (περίπου 30%) αναφέρεται σε ληξιπρόθεσμα χρέη προς το ΙΚΑ. Ακολουθεί η εφορία με αύξηση 10%. Αυτό δείχνει ότι η ασφαλιστική και φορολογική επιβάρυνση των μικρών επιχειρήσεων, η οποία δεν θεραπεύεται με τις υφιστάμενες ρυθμίσεις, θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο μέσα στο 2013.
Οι μικρομεσαίοι όμως εργοδότες προχώρησαν και στην αλλαγή των εργασιακών σχέσεων.
Ετσι, πάνω από τις μισές επιχειρήσεις (50,5%) προχώρησαν σε μείωση ωρών ή ημερών εργασίας σε κάποιους υπαλλήλους. Το ποσοστό αυτό τον Ιανουάριο του 2013 ήταν 47,7%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 49,3% των επιχειρήσεων αναγκάστηκε να προχωρήσει σε μείωση των αποδοχών των εργαζομένων, έναντι 43,6% τον Ιανουάριο του 2013.
Συνολικά δύο στις τρεις επιχειρήσεις που απασχολούν αμειβόμενο προσωπικό προχώρησε σε έμμεση (μείωση ωρών ή ημερών εργασίας) ή σε άμεση μείωση των αποδοχών των υπαλλήλων (65,7% έναντι 50% τον Ιανουάριο του 2013). Το 36,2% των επιχειρήσεων θεωρεί σχεδόν βέβαιο ότι στο επόμενο εξάμηνο θα μειώσει ώρες εργασίας ή/ και αποδοχές υπαλλήλων.
Η κατάσταση στην οικονομία δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας στους μικρομεσαίους. Είναι χαρακτηριστικό το στοιχείο της έρευνας που δείχνει πως το 40,5% εκτιμά ότι η ανάκαμψη θα έρθει μετά το 2020, ενώ πάνω από το 15% θεωρεί ότι δεν θα έλθει ποτέ.
Πιο συγκεκριμένα, το 76,5% των εργοδοτών και αυτοαπασχολούμενων πιστεύει ότι η κρίση βαθαίνει με αμείωτους ρυθμούς. Μόλις το 5,3% αναγνωρίζει κάποια σημάδια ανάκαμψης.
Αλλωστε, μόνο το 10% των επιχειρήσεων βλέπει άμεσα σημάδια ανάκαμψης για την οικονομία (μέσα στο 2014). Πάνω από το 50% των ερωτώμενων τοποθετεί την επανεκκίνηση της ανάκαμψης τουλάχιστον από το 2018 και μετά.
Οι προβλέψεις σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο βαίνουν αυξανόμενα αρνητικές. Είναι η πρώτη φορά που σημειώνεται επιδείνωση σε όλους τους δείκτες προβλέψεων μετά από διαδοχικές μειώσεις της καταγραφόμενης απαισιοδοξίας.
Ουσιαστικά, οι αρνητικές προσδοκίες που εμφανίζονται ενισχυμένες στην έρευνα σηματοδοτούν το τέλος των ψευδαισθήσεων για ανάπτυξη και την απώλεια κάθε ελπίδας.
Το 68,1% αναμένει επιδείνωση της κατάστασης της επιχείρησης έναντι 62,9% το προηγούμενο εξάμηνο. Ο βαθμός απαισιοδοξίας είναι μεγαλύτερος στις πιο μικρές επιχειρήσεις του δείγματος.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΛΩΝΑΣ
www.ethnos.gr