Οι εκλογές αυτές, γνωστό και τετριμμένο, γίνονται σε ένα σταυροδρόμι πολιτικοκοινωνικό που αμφισβητείται ακόμα και η αναγκαιότητα του συνδικαλισμού. Το επάγγελμα είναι σε όλους πλέον αντιληπτό πως κατατείνει να καθιερωθεί ως ένα απλό μεταπρατικό μόρφωμα όπου επιβιώνει μόνο ο έχων αποθεματικά και διασυνδέσεις κάθε λογής.
Παρά τη φιλολογία περί αλλαγών και κάθαρσης σε όλο το κοινωνικό στερέωμα δεν φαίνεται να απασχολεί κανέναν το πως κάποιος έχει αποκομίσει τα αναγκαία για την επιβίωση του αποθεματικά. Εκείνο που δείχνει να ενδιαφέρει είναι η μείωση του αριθμού των <σημείων>-φαρμακείων και το μέγιστο κέρδος των κομμάτων αλλά και των ολιγοπωλίων.
Τα μεν αποπροσανατολίζουν τον λαό με το λεγόμενο αξίωμα του...
... φθηνού φαρμάκου, τα δε ελαχιστοποιούν τις απώλειες τους σε βάρος όσων δικαιούνται κομμάτι πίτας και κατά απόλυτο αριθμό και κατά μέγεθος μερίδας.
Πίσω από όλα αυτά οι δανειστές της χώρας που καθορίζουν το μέγεθος της πίτας ανάλογα με την ροή των υποχρεώσεων της χώρας ως προς την εξόφληση των οφειλομένων αφενός αλλά και την εγκαθίδρυση ενός μόνιμου παλαιοκαπιταλιστικού εργασιακού στάτους που παραπέμπει στο ξεκίνημα της βιομηχανικής επανάστασης τον προηγούμενο αιώνα.
Αυτό πάνω κάτω το πολιτικό-κοινωνικό πλαίσιο είχαν και έχουν να αντιμετωπίσουν οι συνδικαλιστικοί φορείς του κλάδου. Π.Φ.Σ. και Ο.Σ.Φ.Ε..
Η άποψη του κλάδου συντριπτικά είναι πως και οι δύο, ο καθένας για ξεχωριστούς λόγους και με διαφορετικό τρόπο, απέτυχαν στην υπεράσπιση της αυτόνομης-αξιοπρεπούς επιβίωσης των εντολέων τους, ‘’των 12.000 φαρμακοποιών’’.
Κομματικές και παραταξιακές παλαιοσυνδικαλιστικές νοοτροπίες έπαιξαν βασικό ρόλο στις επιλογές, αλλά ρόλο έπαιξαν και τα πρόσωπα και οι συμπεριφορές τους. Στόχος της παρέμβασης αυτής δεν είναι να καταλογίσει ευθύνες, αλλά να αναδείξει το συνολικό αίτημα του κλάδου αυτή την στιγμή, έστω την ύστατη ώρα, έστω και με ελάχιστες ελπίδες για ουσιαστικά αποτελέσματα.
Είναι σαφές πως παρατάξεις και πρόσωπα που αποτέλεσαν προεδρείο και αξιωματική αντιπολίτευση στο απερχόμενο Δ.Σ. του Π.Φ.Σ. απέτυχαν παταγωδώς στον ρόλο που έπρεπε να διαδραματίσουν, αυτό δεν το αρνούνται ούτε οι πλέον φανατικοί υποστηρικτές τους, απλά αρθρώνουν ως φύλλο συκής το επιχείρημα του αναπόφευκτου ή της συνολικής κοινωνικής πανωλεθρίας από την οποία ήταν αδύνατο να διαφύγει ο κλάδος. Και φυσικά στον καμβά αυτόν δεν εξαιρούνται όσα πρόσωπα κατέρχονται «αυτόνομα» από τις παλιές τους παρατάξεις για να ενσωματωθούν αργότερα στο συνολικό άθροισμα, έχοντας δώσει πλαστά άλλοθι σε εκλέκτορες πως ξεγελάστηκαν από την αυτόνομη κάθοδο, κάτι μεταξύ Σγουρού και Τζιτζικώστα για παράδειγμα στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές.
Φυσικά, στο απερχόμενο Δ.Σ. του Π.Φ.Σ. υπήρχαν και παρατάξεις που, λάτρεις του λευκού, δήλωναν πως για όλα φταίει η Ε.Ε. και θα τα βρούμε στην μετά θάνατο ζωή, αφού έχει επέλθει η ολική καταστροφή, μιας και τώρα λύσεις άλλες δεν υπάρχουν εκτός από την καθιερωμένη βδομαδιάτικη απεργία και την κινητοποίηση κάτω από την κομματική –συνδικαλιστική σκέπη συγκεκριμένης παράταξης, έξω από αυτήν είναι όλα ίδια!
Αλλά και ανεξάρτητους είχε το απερχόμενο Δ.Σ., οι οποίοι σιώπησαν ηχηρά στις δύσκολες στιγμές του κλάδου ή βρέθηκαν και στο πλευρό του προεδρείου όπου ήταν αναγκαίο.
Μπορεί να αμφισβητηθεί πως όλο αυτό το διάστημα των τεσσάρων σχεδόν χρόνων το ρόλο της ουσιαστικής αλλά και παραγωγικής αντιπολίτευσης απέναντι στην πρακτική, αλλά και την συλλογιστική του κομματικού προεδρείου, έπαιξαν κάποια ελάχιστα πρωτοβάθμια? Κατά την ταπεινή μου άποψη όχι.
Μπορεί κανείς να αμφισβητήσει πως μόνιμο και σταθερό, αλλά και με μεγάλες θυσίες για τα μέλη των πρωτοβάθμιων, ρόλο έπαιξαν κυρίως αυτά της Αχαΐας και της Αττικής? Μπορεί κανείς να υποβαθμίσει τον ρόλο των προέδρων των συλλόγων αυτών στα πιο πάνω αναφερόμενα? Σαφώς όχι. Δεν θα ήθελα να αδικήσω τα πρωτοβάθμια Ηλείας-Μεσσηνίας-Λακωνίας-Δωδεκανήσου-Έβρου, ίσως και άλλων που ξεχνώ, αλλά και μεμονωμένων προέδρων ή εκλεκτόρων που έκαναν ότι καλύτερο μπορούσαν και άρθρωσαν λόγο απέναντι στις αυθαιρεσίες του προεδρείου ή τον καθησυχασμό των φλύαρων και μεταχρονολογημένων ανακοινώσεων της ‘’αντιπολίτευσης’’. Ας μην παρεξηγηθώ, από αυτούς λοιπόν, όλοι γνωριζόμαστε καλά πια στην ‘’Ιερουσαλήμ’’.
Ο χθεσινός ανασχηματισμός ανέδειξε έναν ανεπανάληπτης σύλληψης θίασο που θα οδηγήσει απ’ ότι δείχνουν τα πράγματα τη χώρα σύντομα σε εκλογές. Στο θίασο αυτόν πρωταγωνιστικό ρόλο, ειδικής χρήσης, που σχετίζεται με την ιδεολογική κάλυψη της πλήρους απορρύθμισης της φαρμακευτικής αγοράς, αναμένεται να παίξει το επόμενο εκ ΛΑΟΣ μεταγραφικό ‘πουλέν’ της δεξιάς συγκυβέρνησης, κ. Βορίδης. Απέναντι σε τέτοια παρουσία στο υπουργείο, συνδικαλισμός βασισμένος σε φιλίες και κομματικά κολλητηλίκια, ούτε αρμόζει, ούτε εξυπηρετεί. Και αυτές τις νέες συνθήκες πρέπει επίσης να σταθμίσουν ιδιαίτερα προσεκτικά οι εκλέκτορες, όσον αφορά στα πρόσωπα που θα επιλέξουν για να συνδιαλλαγούν με τον απόλυτο πολιτικό καριερίστα.
Οι εκλέκτορες δεν έχουν τελικά τόσο μεγάλα διλήμματα αν επιθυμούν να υλοποιήσουν την βούληση της βάσης και όχι την ατομική τους. Εξάλλου, με αυτό το κριτήριο εξελέγησαν. Πρόσωπα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δοκιμάστηκαν και απέτυχαν, είναι βούληση της βάσης να δώσουν τόπο σε όσους αφενός αγωνίστηκαν, έστω και μόνοι, αφετέρου παραμένουν άφθαρτοι από άσκηση εξουσίας στον Π.Φ.Σ.. Και τέτοια πρόσωπα υπάρχουν οπωσδήποτε στους <εναπομείναντες της Πελοποννήσου >, άλλωστε γι’ αυτό και έτσι αυτοαποκαλούνται. Όμως αν θέλω να είμαι και απόλυτα δίκαιος, πρόσωπα της Συμμαχίας, αλλά και της Πρωτοβουλίας και μεμονωμένες υποψηφιότητες, όπως της συναδέλφισσας από την Καβάλα, κας Πιστοφίδου, υλοποιούν την βούληση της βάσης για έναν άλλο Π.Φ.Σ., έστω την ύστατη ώρα.
Διαφορετικά αναμένεται το ίδιο έργο, παιγμένο μονότονα από διαφορετικούς ρολίστες.
Η τύχη του συνδικαλισμού λοιπόν στα χέρια 174 συναδέλφων.
Οψόμεθα όλοι και καλή και χρήσιμη ψήφο.
Ανδρέας Σοφιανόπουλος,
πρόεδρος Φ.Σ. Αχαΐας
υποψήφιος για Δ.Σ. Π.Φ.Σ. με τους «εναπομείναντες … της Πελοποννήσου»