Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

Δ.Καραγεωργίου: "ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ"

Είναι κείμενο που δημοσιεύθηκε σαν σχεδίασμα τον Αύγουστο του 2014. και δείχνει την πολιτική προτεραιότητα ανάμεσα στις 10 κύριες της Commission όπως δόθηκαν στη δημοσιότητα τον Οκτώβριο του 2014. Μερικά μέρη κειμένου θεωρήθηκαν χαρακτηρισμένης εμπιστευτικότητας μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου 2015.
Το κείμενο που ακολουθεί σε δύο μέρη αποτελεί συρραφή των πιο σημαντικών από τα περιεχόμενα έτσι ώστε να αποδίδει τις προθέσεις της Commission.


Δημήτρης Καραγεωργίου.

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Ο τομέας της υγείας και ειδικά της φαρμακοβιομηχανίας είναι εξαιρετικής οικονομικής σπουδαιότητας. Ο Ευρωπαϊκός φαρμακευτικός χώρος παρήγαγε ένα τζίρο 220 δις και απασχόλησε σχεδόν 800.000 ανθρώπους το 2012. Προσμετρά το 1,8% του συνόλου της βιομηχανίας με την υψηλότερη εργασιακή παραγωγικότητα. Είναι μέγιστη πηγή ανάπτυξης και επιδόσεων όπως αυτές αποτυπώνονται στο μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης. Λειτουργεί ως κύριος συμμέτοχος της Ευρωπαϊκής εμπορικής ισχύος.
Η παγκόσμια αγορά φαρμακευτικών προϊόντων ξεπέρασε το 1 τρις το 2014. Η παγκόσμια δαπάνη για φάρμακα αναμένεται να αυξηθεί στο 1,2 τρις ως το 2017. Η ζήτηση αναμένεται να είναι συνεχώς αυξανόμενη. Σημειώνεται όμως το γεγονός ότι η ζήτηση είναι σχετικά συνδεδεμένη με την ανελαστικότητα τιμής σε σύγκριση με τη ζήτηση άλλων αγαθών που υπόκεινται σε αποφάσεις αγοράς περισσότερο της βούλησης. Η φαρμακοβιομηχανία είναι ένας από τους θεμέλιους λίθους της οικονομίας που βασίζεται στη γνώση με δεδομένη την πολυπλοκότητα των διαδικασιών παραγωγής όπως και τη φύση πολλών νέων φαρμάκων, δηλ. τους αυξανόμενους ρυθμούς των βιοτεχνολογικών προϊόντων που εισέρχονται στην Ευρωπαϊκή αγορά. Οι δείκτες δείχνουν υψηλή ένταση R+D (λόγος επενδύσεων RD προς πωλήσεις) σε σύγκριση με άλλους βιομηχανικούς τομείς.
Είναι εμφανώς αναγκαίο για την ΕΕ να διατηρήσει αυτή την ανταγωνιστική αιχμή. Από τον Οκτώβριο 2012 η Commission είχε ανακοινώσει την επιθυμία της να προχωρήσει την ατζέντα στρατηγικών πολιτικών που ενδυναμώνουν την ανταγωνιστικότητα της φαρμακοβιομηχανίας. Παρ’ όλα αυτά ο ευρωπαϊκός φαρμακευτικός τομέας υποφέρει από έλλειψη εμπιστοσύνης, αβεβαιότητα αγοράς και προβλήματα προϋπολογισμών γεγονός που συνεχώς αποτρέπει τον τομέα αυτό από την ανάδειξη της πλήρους δυναμικής του.


ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ – ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Είναι μια από τις προκλήσεις - κλειδιά που καλείται να αντιμετωπίσει η ΕΕ. Ο αριθμός των κατοίκων της ΕΕ ηλικίας άνω των 65 ετών αναμένεται να αυξηθεί δραματικά τα επόμενα 50 χρόνια από 92 εκ το 2013 σε 148 το 2060. Καθώς η δαπάνη υγείας γενικώς αυξάνεται με την ηλικία του πληθυσμού η δημογραφική μεταβολή θεωρείται μέγιστη πρόκληση για την οικονομική διατηρισημότητα των συστημάτων υγείας. Η δημόσια δαπάνη για την υγεία σχεδόν μετρά περισσότερο από 7% του ΑΕΠ στην ΕΕ. Ως το 2060 η δημόσια δαπάνη αναμένεται να έχει φθάσει ως το 9,1% του ΑΕΠ (όχι το ίδιο σε όλα τα Μ-Κ). Σύμφωνα με άλλες επιστημονικές μελέτες φαίνεται ότι δεν είναι μόνο οι δημογραφικές αλλαγές που οδηγούν το κόστος της υγείας αλλά και άλλοι παράγοντες μη καθοριστικοί του δημογραφικού προβλήματος όπως είναι οι ιατρικές καινοτομίες και μεγάλο μέρος τους κατέχουν τα φάρμακα. Η ανάπτυξη στα φάρμακα είναι ιδιαίτερης πολυπλοκότητας και επικινδυνότητας. Οι αιτίες του φαινομένου είναι πολλές. Η δαπάνη R+D στον φαρμακευτικό τομέα έχει αυξηθεί δραματικά ενώ η R+D παραγωγικότητας αποκλίνει. Αυτό οφείλεται στα υπεραυξημένα κόστη που συνδέονται με την ανάπτυξη νέων φαρμάκων. Το κόστος R+D στην φαρμακοβιομηχανία εκτιμάται ότι ξεπερνάει το 1 δις για κάθε καινούριο προϊόν που μπαίνει στην αγορά. Ενώ το 1975 το κόστος ανάπτυξης φαρμάκου ήταν μόνο 149 εκ το 2000 ήταν 868 εκ. Από το 2010 μέχρι το 2012 μόνο υπήρξε αύξηση 18%. Η εστίαση σε διαρκώς πιο πολύπλοκες ασθένειες αυξάνει τα κόστη R+D αλλά με μικρότερη πιθανότητα επιτυχούς ανάπτυξης αποτελεσματικού νέου φαρμάκου. Ο άλλος λόγος αυξημένου κόστους ανάπτυξης είναι οι ιδιαίτερες κανονιστικές απαιτήσεις προκειμένου να κυκλοφορήσει ένα φάρμακο αποδεδειγμένης αξίας στις νόμιμες αρχές υγείας και σύμφωνα με τους στόχους τους σε ποιότητα, στόχο και κλίμακα δεδομένων που υποβάλλονται . Αν ο λόγος είναι η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και της πατέντας τότε πρόκειται για κρίσιμη αξία για όλη την κοινωνία. Η ανάπτυξη συγκεκριμένων φαρμακευτικών προϊόντων στηρίζεται στην προστασία τους και στην ενδυνάμωση της προστασίας τους. Ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός ανάμεσα σε καινοτόμα φάρμακα και ανάμεσα σε καινοτόμα και γενόσημα φάρμακα γεννάει πρωτοβουλίες για νεοπαγείς εταιρείες καινοτομίας να συνεχίσουν να επενδύουν σε R+D. Στην περίπτωση των φαρμάκων η βιομηχανική διαδικασία είναι συχνά εύκολο να αναπαραχθεί. Μπορεί να αντιγραφεί με ένα μέρος μόνο της επένδυσης που απαιτείται για R+D. Όλο το κόστος που επιφέρεται για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των κανονιστικών αρχών συμβαίνει πριν τα φάρμακα μπουν στην αγορά. Στη διάρκεια αυτής της μακράς περιόδου φυσιολογικά μετά την εφαρμογή της πατέντας τα προϊόντα πάλι πρέπει να πληρούν τις διαδικασίες άκαμπτων ελέγχων ώστε συνεχώς να αποδεικνύουν ότι είναι ασφαλή, αποτελεσματικά και υψηλής ποιότητας και όλα αυτά πριν ληφθεί η απόφαση για την τιμή τους και την αποζημίωση τους από τα ασφαλιστικά συστήματα. Αυτό το μοντέλο επιχειρείν είναι σε αντίθεση με άλλες βιομηχανίες όπου τα προϊόντα τους μπαίνουν στην αγορά αμέσως μόλις εφαρμοστεί η πατέντα Παρ’ όλο ότι η σπουδαιότητα ενός σύγχρονου έξυπνου τρόπου προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας που να έρχεται ισχυρά συμπληρωματικό στις πολιτικές ανταγωνισμού έχει αναγνωρισθεί ως μοχλός κινητήριος για την ΕΕ και παρ’ όλο ότι από το 2009 έχει ήδη πιστοποιηθεί ένα ευρωπαϊκό σχήμα προστασίας ώστε να λειτουργεί ελκυστικά προς την καινοτομία και τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, τα φαρμακευτικά προϊόντα ξεφεύγουν πέρα από αυτό το σχήμα πατέντας. Υπάρχουν άλλοι παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο σ’ αυτή τη βιομηχανία π.χ. τα υλικά υποστήριξης, τα trademark,τα brands (σήματα) επί μέρους τα SPC (Supplementary Protection Certificate) η αποτελεσματικότητα των δεδομένων. Τα SPC στοχεύουν στην έστω μερική αποζημίωση για το χάσιμο εμπορικού χρόνου ανάμεσα στην λήψη πατέντας και πραγματικής τοποθέτησης στην αγορά που για τα φάρμακα μπορεί να είναι και μερικά χρόνια αργότερα.
Επειδή τα δεδομένα ασφαλείας, αποτελεσματικότητας και υψηλής ποιότητας απαιτούν υψηλές επενδύσεις ώστε συνεχώς να αποδεικνύονται "η αποτελεσματικότητα δεδομένων" η ΕΕ τα προστατεύει τόσο σε προκλινικό όσο και σε κλινικό στάδιο.
Για τους παραπάνω λόγους σ’ όλες τις συζητήσεις για την πολιτική δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, τα φάρμακα έχουν εξέχουσα και προτιμητέα θέση. Ωστόσο υπό το φώς της προσβασιμότητας των ασθενών ιδίως σε αναπτυσσόμενες χώρες με σημαντικά χαμηλό επίπεδο φτώχειας η πνευματική προστασία τίθεται υπό αμφισβήτηση. Έτσι τα δεδομένα που υποβάλλονται για έγκριση είτε αποκλείονται είτε ελαστικοποιούνται στην αντιμετώπιση τους από τις αρχές εγκρίσεων κι έτσι οι ενδιαφερόμενες εταιρείες έχουν τεράστιες οικονομικές αποκλείσεις από το στόχο της επένδυσης.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΩΝ

Το 2010 η συνολική φαρμακευτική δαπάνη στην ΕΕ έφθασε πάνω από 1 δις. Η οικονομική κρίση όμως είχε τεράστιες συνέπειες σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες στην φαρμακευτική τους δαπάνη.
Μεταξύ 2000 και 2009 η φαρμακευτική δαπάνη αυξάνεται κατά μέσο όρο στα Μ-Κ με πραγματικούς αριθμούς σε ρυθμό 3,2% ετησίως. Τ0 2010 σταμάτησε στο 0%! αυτό αν συνδυαστεί και με το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός μορίων –κλειδιών έφθασε στο λεγόμενο " patent cliff" « έφθασε σε κατάσταση γενοσήμων» και με τη συνολική δραματική μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης σαν μέρος της συνολικής δαπάνης υγείας σ’ όλες της χώρες του ΟΟΣΑ δείχνει ότι τα τελευταία χρόνια οι παραγωγοί, οι συνταγογράφοι και όλη η αλυσίδα διανομής φαρμάκων βρίσκονται κάτω από τρομερή πίεση. Να κοπεί το κόστος αλλά συγχρόνως να διασφαλίζεται και η διατηρησιμότητα της δημόσιας δαπάνης υγείας.
Με δεδομένο τις δημογραφικές τάσεις γήρανσης των πληθυσμών αλλά και την ταχύτατη πρόοδο στις ιατρικές επιστήμες και με τα κόστη των συστημάτων υγείας ήδη εκτός προϋπολογισμών τους είναι λογικό να γίνει η εκτίμηση ότι θα υπάρχει υψηλότερη ζήτηση φαρμακευτικών προϊόντων και επομένως οι παγκόσμιες οικονομικές ανατροπές δεν φαίνεται να ωθούν στην ανάπτυξη της φαρμακευτικής δαπάνης για μεγάλο χρονικό διάστημα ως το 2016 κατ’ ελάχιστο. Η πρόκληση στα χρόνια που έρχονται είναι να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στις εμφανίσεις νέων και συχνά πολύ κοστοβόρων φαρμακευτικών θεραπειών και στην εύλογη προσδοκία των ασθενών να έχουν πρόσβαση σε καινοτόμα και αποτελεσματικά φάρμακα από τη μία πλευρά και στην ανάγκη να διασφαλισθεί η διατηρησιμότητα των συστημάτων υγείας στα πλαίσια των προϋπολογισμών τους. Από την άλλη οι πρόσοδοι της φαρμακοβιομηχανίας θα υπόκεινται στην πλέον εξονυχιστική έρευνα. Οι μειώσεις τιμών των φαρμάκων είναι το πιο συχνό μέτρο cost –containment. Το ίδιο και οι συχνές αλλαγές στην συμμετοχή των ασφαλισμένων. Επί πλέον πρέπει να τονισθούν οι αλλαγές που επηρεάζουν τις λίστες φαρμάκων που αποζημιώνονται (π.χ θετικές και αρνητικές λίστες) και το σύστημα τιμών αναφοράς. Δηλαδή αλλαγές στην μεθοδολογία εκείνη που επιτρέπει μόνο τις χαμηλότερες τιμές αναφοράς, ευρύτερη ομαδοποίηση των όμοιων φαρμάκων ή την τιμολόγηση των γενοσήμων σε cluster. Μέτρα προώθησης των γενοσήμων (π.χ κάνοντας υποχρεωτική τη συνταγογράφηση με δραστική ουσία ) και εκστρατείες ενημέρωσης του κοινού που εφαρμόζονται όλο και πιο συχνά. Η φαρμακευτική δαπάνη μετράει ένα σημαντικό ποσοστό της συνολικής δαπάνης για την υγεία με ποσοστά που ξεκινάνε από 6,8% στη Δανία ως το 33,4% στην Ουγγαρία οποία ακολουθείται από την Ελλάδα που έχει το 28,5% και την Σλοβακία το 27,4% (στοιχειά 2011). Οι κυβερνήσεις των Μ-Κ θα χρειαστεί να συνεχίσουν τις προσπάθειες τους να περιλαμβάνουν και την μελλοντική αύξηση των φαρμακευτικών δαπανών στα πλάνα τους.
Επιπρόσθετα, οι κυβερνήσεις και άλλοι μεγάλοι αγοραστές διαρκώς απαιτούν αποδείξεις της ιατρικής και οικονομικής προστιθέμενης αξίας ενώ η χρήση των γενοσήμων και των biosimilars αναμένεται να προωθηθεί δυνατά τόσο από τους δημόσιους όσο και από τους ιδιωτικούς πληρωτές. Ιστορικά τα καλούμενα "blockbusters" φάρμακα χρησιμοποιούνταν για να θεραπεύσουν κοινά ιατρικά προβλήματα όπως την υψηλή χοληστερόλη, διαβήτη, υπέρταση, άσθμα. Ορίζονται ως τα φαρμακευτικά προϊόντα που δημιουργούν ετήσιες πωλήσεις τουλάχιστον 1 δις για την εταιρεία που τα κυκλοφορεί. Παραδοσιακά η φαρμακοβιομηχανία επεδίωκε τη διατήρηση της υψηλής κερδοφορίας by innovation που επικεντρώνονταν στο να κρατήσει το brand με franchising μέχρι να ανακαλύψει το νέο blockbuster. Όμως με δεδομένη πλέον την ραγδαία επιστημονική πρόοδο και τη βαθύτερη γνώση της παθολογίας και των αιτιών των ασθενειών αυτό που ονομάσθηκε μοντέλο blockbuster φαίνεται λιγότερο ενδιαφέρον ενώ διευρύνεται η περισσότερη εστίαση και χρήση των φαρμάκων που βασίζεται στις προόδους και στη γνώση του ανθρώπινου γονιδιόματος. Αυτή η προσωποποιημένη ιατρική είναι ένα ιατρικό μοντέλο που βασίζεται στην αντίληψη της θεραπευτικής που χρησιμοποιεί την μοριακή ανάλυση με ιατρικές αποφάσεις, πρακτικές και/ή προϊόντα που είναι πολύ ειδικά φτιαγμένα για συγκεκριμένο ασθενή. Σ’ αυτό το μοντέλο οι διαγνωστικοί έλεγχοι (tests) γίνονται περισσότερο για την επιλογή της ορθής και άριστης θεραπείας που βασίζεται στο περιεχόμενο των γενετικών χαρακτηριστικών των ασθενών.
Τα προσωποποιημένων αγωγών φάρμακα μπορεί να δείχνουν υψηλότατες θεραπευτικές επιδόσεις και αποτελεσματικότητα αλλά είναι ιδιαιτέρως ακριβά τουλάχιστον αν κρίνει κανείς από τις εξεζητημένες διαγνωστικές εξετάσεις που απαιτούνται πριν τη συνταγογράφηση τους.
Οι κρατικές Αρχές αντιμετωπίζουν την πρόκληση να προσαρμόσουν τις διαφορετικές στοχεύσεις με περιορισμένες πηγές χρηματοδότησης δηλ. να βρουν ισορροπία ανάμεσα στο να εγγυηθούν την προσβασιμότητα των πολιτών σε υψηλής ποιότητας θεραπευτικές αγωγές και να διασφαλίσουν ότι οι πρωτοβουλίες που λαμβάνονται από τη φαρμακοβιομηχανία είναι τέτοιες ώστε να συνεχίσει να επενδύει στη φαρμακευτική R+D.
Μηχανισμοί δίκαιων πληρωμών και ορθών προβλέψεων δαπάνης απαιτούνται μαζί με αποτελεσματική ανταγωνιστικότητα ανάμεσα στις φαρμακευτικές βιομηχανίες ενώ είναι κρίσιμη για την ώθηση της καινοτομίας η επαρκής επιβράβευση της. Για το λόγο αυτό η κατανόηση της φαρμακευτικής δαπάνης απαιτεί ένα καλύτερο σχεδιασμό προσέγγισής της. Θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν και τα αποτελέσματα άλλων σχετιζόμενων τομέων της υγείας στο κόστος όπως η νοσηλεία και ο χρόνος της.
Επίσης οι συντάξεις και το σύνολο των απαιτήσεων της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας και του εξωτερικού εμπορίου. Αυτή η περισσότερο λεπτομερής και σε βάθος προσέγγιση των φαρμάκων αντανακλάται σε επίπεδο Μ-Κ και περιλαμβάνει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και τους δημόσιους οργανισμούς.
Οι κανόνες που επηρεάζουν τα φαρμακευτικά προϊόντα τίθενται πλέον τόσο σε κεντρικό επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό. Το κανονιστικό πλαίσιο του πως τοποθετείται ένα φαρμακευτικό προϊόν μετά την αδειοδότηση του στην ευρωπαϊκή αγορά και όλα τα συναφή θέματα ( επίβλεψη μετά την αδειοδότηση, παραγωγή, χονδρεμπόριο, διαφήμιση, κλινικές δοκιμασίες, ειδικοί κανόνες για επιμέρους ιδιαιτερότητες συγκεκριμένων τύπων φαρμάκων και η προώθηση της έρευνας σε περιοχές όπως αυτές των ορφανών φαρμάκων) εμπίπτουν στους όρους που θέτει η Ε.Ε
Ο ορισμός των πολιτικών υγείας και ο σχετικός επιμερισμός των πηγών είναι εθνική υπόθεση. Περιλαμβανομένης της απόφασης για την τιμολόγηση και την αποζημίωση των φαρμακευτικών προϊόντων. Παρ’ όλα αυτά η ΕΕ έχει επίσης λόγο σ’ αυτό το πεδίο που ορίζεται από την αποκαλούμενη "Οδηγία για τη Διαφάνεια"
η οποία απαιτεί τον σεβασμό σ’ ένα minimum επίπεδο διαδικαστικών απαιτήσεων όταν λαμβάνονται αποφάσεις που αφορούν τέτοια θέματα.
Αδυναμίες στον συντονισμό ανάμεσα στις εθνικές πολιτικές και στα αποτελέσματά τους μπορεί να έχει αποτελέσματα και σε άλλα Μ-Κ να δημιουργήσει διαστρεβλώσεις στην αγορά και να θέσει σε κίνδυνο την πρόβλεψη του επιχειρηματικού περιβάλλοντος για την βιομηχανία.
Κοντόφθαλμες και κοντοπρόθεσμες θεωρήσεις πολιτικών που εφαρμόζονται και έχουν κίνητρα κυρίως τις ανάγκες εξυπηρέτησης στενών προϋπολογισμών οδηγούν σε ad hoc εθνικά μέτρα που επηρεάζουν τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις και σε άλλα Μ-Κ και ακόμα και πέραν αυτών.
Ο μηχανισμός της εξωτερικής τιμής αναφοράς (ERP) που χρησιμοποιείται από κάποια Μ-Κ δείχνει ενδιαφέρον, γιατί καθορίζει την εγχώρια τιμή και προαποφασίζει για άλλα Μ-Κ. Επειδή συνήθως θέτουν σαν τιμή αναφοράς την χαμηλότερη άλλων κρατών ο τρόπος αυτός τιμολόγησης , οδήγησε σε σημαντική μείωση των αποζημιωνόμενων τιμών των φαρμάκων. Ενώ ο ERP μηχανισμός (External Reference Pricing Mechanism) παρέχει χρήσιμα στοιχεία ποσοστών κέρδους στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις κυβερνήσεις και τους παραγωγούς κάποιοι εμπλεκόμενοι φορείς διαμαρτύρονται ότι δεν λαμβάνονται υπ΄όψιν τα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά κάθε χώρας και ότι μέτρα επείγοντα και υπό πίεση σε μία χώρα μπορεί να επηρεάσουν τα επίπεδα τιμών σε άλλα Μ-Κ αλλά και σε τρίτες χώρες. Αυτές οι συχνά μη από σκοπού συνέπειες οδήγησαν σε μια έντονη συζήτηση ανάμεσα στους φορείς και τις Αρχές για το πώς θα αποφευχθούν ελλείψεις φαρμάκων και πως θα εγγυώνται την συνεχή πρόσβαση των πολιτών στα φάρμακα.
Η ανάγκη συνεργασίας και καλύτερων συντονισμών ανάμεσα στα Μ- Κ ώστε να μειωθούν τα κακά αποτελέσματα των τρεχόντων τιμολογιακών συστημάτων αναγνωρίστηκε από την Commission στις επαφές της για αποτελεσματικά , προσβάσιμα και προσαρμόσιμα συστήματα υγείας.
Σε μια άλλη μορφή τιμολόγησης τιμών αναφοράς την αποκαλούμενη extra – EU ERP, τα φαρμακευτικά προϊόντα σε συγκεκριμένα Μ-Κ δημιουργούν την βάση για την τιμολόγηση φαρμάκων σε μη Ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές που τίθενται σε εθνικό περιεχόμενο έχουν επιπτώσεις στο εμπόριο με χώρες εκτός Ε.Ε. ιδίως σε νεοφανείς υψηλών εισοδημάτων οικονομίες όπως Κορέα και Taiwan , οι οποίες κάνουν εκτεταμένη χρήση του ERP με τις Ευρωπαϊκές χώρες που εξυπηρετεί τα ποσοστά κέρδους. Καθώς μεγάλο μέρος των εξαγωγών της Ε.Ε. είναι φάρμακα αυτό σημαίνει ότι οι ενδιαφερόμενες εταιρείες υπολείπονται σε σχέση με άλλους τομείς εμπορίου που δεν βασίζονται σε αποφάσεις τιμολόγησης , αποζημίωσης . Πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στις επιπτώσεις που υπάρχουν απ΄αυτή την κατάσταση στον φαρμακευτικό τομέα σε αγορές εκτός Ε.Ε.

​​​​ΗΘΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ

Οι πολίτες περιμένουν από την φαρμακοβιομηχανία να πάει πέρα από τον καθαρά οικονομικό της ρόλο και να έχει αυξημένη συνεισφορά στην κοινωνία συνολικά ιδίως στα χρόνια της κρίσης. Αυτό το αυξημένο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης πάνω στο ηθικό μέρος δραστηριοτήτων οδηγείται από όλα τα μέρη που εμπλέκονται επαγγελματίες υγείας, βιομηχανία, αλυσίδα διανομής, νοσοκομεία, κρατικές αρχές.
Επειδή μεγάλο μέρος των προσόδων της Φαρμακοβιομηχανίας πληρώνεται από δημόσια όργανα και ασφαλιστικούς οργανισμούς υπάρχει αυξημένος δημόσιος έλεγχος στα πεπραγμένα της Φαρμακοβιομηχανίας. Η απαίτηση για νομικές προβλέψεις αυξημένης διαφάνειας μπορεί να διαφέρει ανάμεσα στα Μ-Κ αλλά είναι διαρκώς αυξανόμενη, κυρίως πάνω στη δυναμική αντιτιθέμενων συμφερόντων που επηρεάζουν το marketing των φαρμάκων και πάνω στους περιορισμούς των δραστηριοτήτων προώθησης.
Σαν απάντηση στις κοινωνικές απαιτήσεις έρχονται οι αναθεωρήσεις της δεοντολογίας και η δημιουργία όπου δεν υπάρχει Κώδικας Δεοντολογίας και συμπεριφορών.
Οι πρωτοβουλίες αυτές συνδέονται μερικώς με την πρόθεση της Commission να ενσωματώσει τις υπευθυνότητες του χώρου των φαρμάκων σε μία νέα δραστηριοποίηση της.


ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΜΕΡΟΣ

1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΓΟΡΑ
2. ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η Ε.Ε. ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ
3. ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ – ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ