Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

Το σκεπτικό του ΣτΕ για το όχι στα φαρμακεία από μη φαρμακοποιούς

Του Δημήτρη Ράγια 

Τον περασμένο Ιούλιο το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’ αριθμόν 1804/2017 απόφαση της Ολομέλειας του δικαίωσε τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο και τους Φαρμακευτικούς Συλλόγους Αττικής και Θεσσαλονίκης στην προσφυγή τους κατά της από 20-5-2016 Κοινής Υπουργικής Απόφασης των υπουργών Οικονομίας και Υγείας για «τις ρυθμίσεις επαγγέλματος φαρμακοποιού και την ίδρυση φαρμακείου».Με την εν λόγω ΚΥΑ από το Μάιο του 2016 είχε δοθεί η δυνατότητα και σε μη φαρμακοποιούς πολίτες της Ελλάδας ή των υπολοίπων χωρών της Ε.Ε. να ιδρύσουν φαρμακεία αρκεί στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας που θα λειτουργούσε το φαρμακείο με μορφή Ε.Π.Ε. να συμμετείχε και αδειούχος φαρμακοποιός με ποσοστό τουλάχιστον 20%.

Πλέον μετά τη συγκεκριμένη απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας,η δυνατότητα αυτή σε μη φαρμακοποιούς δεν υπάρχει. Η απόφαση αυτή του ΣτΕ ακύρωσε την υπουργική απόφαση που έδινε το δικαίωμα σε ιδιώτες να ανοίγουν φαρμακεία, για τυπικούς λόγους κρίνοντας ότι εκδόθηκε από αναρμόδιο κατά το Ελληνικό Σύνταγμα όργανο.

Ωστόσο στο σκεπτικό της απόφασης ή Ολομέλεια του ΣτΕ εισέρχεται και στην ουσία της υπόθεσης,


 
... αφού αιτιολογεί το ζήτημα της νομοθετικής πρόβλεψης περί λειτουργίας των φαρμακείων και των θετικών και αρνητικών προϋποθέσων για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης φαρμακείου ως « ιδιαιτέρως σημαντικό αφού, όπως έχει γίνει δεκτό, η άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών υγείας- όπως είναι και η άσκηση του επαγγέλματος του φαρμακοποιού – επιτρέπεται μόνον σε όσα πρόσωπα έχουν τα προσόντα εκείνα, τα οποία ο νομοθέτης έχει κρίνει, σε εκπλήρωση της επιταγής του άρθρου 21 παρ. 3 του Συντάγματος, ότι είναι αναγκαία, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου (ΣτΕ 1790/2016, 1634/2009, 2267/2005 επταμ) ενόψει και του ότι τα φαρμακεία αποτελούν ιδιότυπα καταστήματα, στα οποία συνδυάζεται η εμπορική εκμετάλλευση με την υπεύθυνη επιστημονική δραστηριότητα (ΣτΕ 228-29, 420-24/2014 Ολομ.).»Σε παλαιότερη απόφαση δε του Συμβουλίου της Επικρατείας αναφέρεται ρητά ότι «τα φαρμακεία δεν αποτελούν αμιγώς εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά ιδιότυπα καταστήματα, στα οποία συνδυάζεται η υπεύθυνη επιστημονική δραστηριότητα και η κοινωνική αποστολή με την εμπορική εκμετάλλευση» (ΣτΕ Ολομ. 229/2014).
Ιδιαίτερης σημασίας είναι επίσης στην απόφαση του ΣτΕ (για εθνικούς λόγους και για ζητήματα μάλιστα ευρύτερα του ιδιοκτησιακού των φαρμακείων) η κατηγορηματική αναφορά ότι οιαδήποτε συμφωνία, δέσμευση ή υποχρέωση που αναλαμβάνει η οιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση, δεν αναιρεί και την υποχρέωση τηρήσεως των συνταγματικών κανόνων περί νομοθετήσεως.

Μέσω της πολύ σημαντικής απόφασης του ΣτΕ επανέρχεται ορμητικά στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της ισορροπίας στον πολύ σημαντικό τομέα της δημόσιας υγείας,μεταξύ των δυνάμεων της «αγοράς» που θέλουν να λειτουργούν ως επί τω πλείστον ανεξέλεγκτα και χωρίς κοινωνική αποδοχή και έλεγχο και της μέριμνας την οποία οφείλει να παρέχει η πολιτεία ώστε να εξασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβαση όλων ανεξαιρέτως των πολιτών σε υπηρεσίες υγείας υψηλού επιπέδου, μέριμνα για την οποία γίνεται σαφής αναφορά στο Σύνταγμα της Ελλάδας.

Είναι γεγονός ότι στην εποχή των Μνημονίων διάφορες δυνάμεις της «αγοράς» εκμεταλλεύτηκαν με κάθε δυνατό τρόπο τη δημοσιονομική αδυναμία στην οποία βρέθηκε η Ελληνική Πολιτεία και καλλιεργώντας προνομιακές σχέσεις με διάφορους γραφειοκράτες της τρόικας καθώς και χρησιμοποιώντας ως πολιορκητικό κριό το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν την Ελληνική Δημοκρατία σαν τον αδύναμο κρίκο μέσω του οποίου θα μπορούσαν να πλήξουν το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Κράτος που θεμελιώθηκε μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο κι εξασφάλισε τη μακρύτερη περίοδο ειρήνης κι ευημερίας στην ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου.

Το σαφές ρυθμιστικό πλαίσιο στον τομέα της Δημόσιας Υγείας, κομμάτι του οποίου είναι το ρυθμισμένο περιβάλλον της φαρμακευτικής πολιτικής, αποτελούσε κι εξακολουθεί να αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο αυτού του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Κράτους στη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών, καθώς η εμπειρία έχει δείξει ότι αυτός είναι ο καταλληλότερος τρόπος να ασκείται φαρμακευτική και κοινωνική πολιτική σε ένα σύγχρονο και πολιτισμένο Κράτος.

Έτσι μετά την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των Μνημονίων διάφορα άρθρα, γνώμες και μελέτες πλημμύρισαν τα ΜΜΕ και το δημόσιο διάλογο και τα οποία προπαγάνδιζαν τα διάφορα οφέλη που θα προέκυπταν για τον «καταναλώτη» (η πιο ολοκληρωμένη και πιο σωστή έννοια του «ασθενή» και «πολίτη» γνώρισαν μεγάλη υποχώρηση το ίδιο διάστημα) από την άρση του πλέγματος των ρυθμίσεων στον τομέα της υγείας, που είχαν καθιερωθεί τις μεταπολεμικές δεκαετίες ώστε να εξασφαλίσουν την καθολική και ισότιμη πρόσβαση των πολιτών στις Υπηρεσίες Υγείας.

Όσον αφορά το φαρμακευτικό κλάδο η προπαγάνδα της «απελευθέρωσης» επικεντρώθηκε στο δικαίωμα μη φαρμακοποιών να μπορούν να ανοίγουν φαρμακεία και στην απελευθέρωση πώλησης φαρμάκων για τα οποία δεν απαιτείται ιατρική συνταγή (ΜΥΣΥΦΑ) και από άλλα καταστήματα πλην φαρμακείων καθώς και στην απελευθέρωση της τιμής πώλησής τους καθώς ήταν είδη τα οποία ήταν υπό καθεστώς διατίμησης.
 

Αυτές οι αλλαγές συνοδεύτηκαν με το επιχείρημα-αφήγημα από πλευράς των οπαδών της «απελευθέρωσης» ότι θα φέρουν μέσω ανταγωνισμού καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες.

Ήταν μία υπόσχεση που όμως δεν στηριζόταν σε χειροπιαστές αποδείξεις ή τεκμήρια και δεδομένα τα οποία θα μπορούσαν να την επιβεβαιώσουν.
 

Τα επιχειρήματα αυτά κατέστη δυνατόν να περάσουν ακόμη και στην περιβόητη «εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ» για την οποία η Ελληνική Πολιτεία ανέλαβε μέσω των συμφωνιών που υπέγραψε με τους δανειστές την υποχρέωση εφαρμογής των συστάσεών της, αν και οι ίδιες οι μελέτες του ΟΟΣΑ έχουν παρουσιάσει κατά καιρούς αντικρουόμενα στοιχεία όσον αφορά τα πιθανά οφέλη που παρουσιάζει η άρση των ρυθμιστικών πλαισίων στον τομέα της Υγείας και πάντως καμία σαφή επιβεβαίωση των επιχειρημάτων όσων προπαγανδίζουν την «απελευθέρωση».
 

Το ελληνικό φαρμακείο έγινε ταυτόχρονα ιδεολογική εμμονή ακόμη και στα χείλη της διευθύντριας του ΔΝΤ κ. Λαγκάρντ.

Ωστόσο αυτή η τάση της ανεξέλεγκτης απορρύθμισης του ρυθμιστικού πλαισίου της Υγείας και της «απελευθέρωσης» του επαγγέλματος του φαρμακοποιού ουσιαστικά είναι ξένη προς την ευρωπαϊκή κουλτούρα και παράδοση κάτι που έχει επιβεβαιώθει και με αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στο παρελθόν, συνέχεια των οποίων αποτελεί και η πρόσφατη του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Αν εξαιρέσουμε το αγγλοσαξωνικό μοντέλο και την οικονομική του ιδιαιτερότητα (που πρέπει να ειδωθεί με συγκεκριμένη οπτική ειδικά μετά την εξέλιξη του brexit) σε όλη σχεδόν την υπόλοιπη Ευρώπη και ειδικά στις κυριότερες χώρες όπως Γερμανία,Γαλλία,Ιταλία,Ισπανία,Αυστρία,Δανία,Φινλανδία,Λουξεμβούργο,Κύπρος κλπ ιδιοκτήτες φαρμακείων μπορούν να είναι μόνο φαρμακοποιοί.

Ακόμη και σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ που μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού πέρασαν από καταστάσεις χρεωκοπίας αντίστοιχες οικονομικά με τη δική μας κι εξαναγκάστηκαν με παρόμοιους τρόπους σε αντίστοιχες συνταγές «απορρύθμισης» και «απελευθέρωσης», η τάση πλέον αλλάζει αφού στην πράξη παρατηρήθηκαν σημαντικές ζημίες στο επίπεδο υγείας του πληθυσμού και κανένα απολύτως όφελος.

Έτσι χώρες όπως η Εσθονία, η Σλοβενία και η Ουγγαρία οι οποίες στα χρόνια μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ επέτρεψαν την απορρύθμιση και την είσοδο αλυσίδων και ιδιωτών στο χώρο των φαρμακείων, μετά από πλήθος στρεβλώσεων και προβλημάτων που παρατηρήθηκαν στην πράξη όπως υπερσυγκέντρωση φαρμακείων μόνο σε συμφέρουσες εμπορικά περιοχές, πολλές περιοχές δίχως πρόσβαση στο φάρμακο, υπέρμετρες αυξήσεις τιμών των φαρμάκων, πτώση επιπέδου παροχής υπηρεσιών κ.α. τα τελευταία δύο χρόνια ψήφισαν νόμους που επαναφέρουν διάφορες ρυθμίσεις στον τομέα του φαρμάκου κι επαναφέρουν σταδιακά τον πλειοψηφικό έλεγχο του φαρμακείου στα χέρια των φαρμακοποιών απαγορεύοντας τις αλυσίδες φαρμακείων.

Επί της ουσίας μέσω του μνημονίου επιχειρείται να εφαρμοστούν παρωχημένες και αποτυχημένες συνταγές τις οποίες αποφεύγουν να εφαρμόσουν οι χώρες-ατμομηχανές της ευρωπαϊκής οικονομίας και τις οποίες ξηλώνουν σήμερα ευρωπαϊκές χώρες που τις εφάρμοσαν τις προηγούμενες δεκαετίες γιατί διαπίστωσαν ότι προκαλούν μόνο προβλήματα και δε φέρνουν οφέλη.

Ευτυχώς σε όλη αυτή την αδιέξοδη πορεία ήρθε να βάλει φρένο η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που αποτρέπει μια «μεταρρύθμιση» εντελώς ξένη προς τα ευρωπαϊκά ήθη και διαπιστωμένα αποτυχημένη στην πράξη, η οποία θα ήταν ένα ακόμα βήμα μακριά από τα όσα ισχύουν στην υπόλοιπη Ε.Ε. και η οποία θα μας μετέτρεπε ακόμη περισσότερο σε μια «ιδιάζουσα περίπτωση» εντός του ευρωπαϊκού χώρου.

Είναι πλέον καιρός τώρα που το κοινωνικό εκκρεμές φαίνεται να αλλάζει σε ολόκληρη την Ευρώπη, τώρα που αποδεικνύεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ότι οι συνταγές αυτές δε δουλεύουν, ή ακόμα χειρότερα προκαλούν σοβαρά προβλήματα και ζημίες όταν εφαρμόζονται, και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούν να τις αποβάλλουν από το ευρωπαϊκό σώμα (στη χώρα μας ήδη στο πρώτο τρίμηνο που έχει επιτραπεί ελεύθερη διαμόρφωση τιμών των Μη Υποχρεωτικά Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων καταγράφονται σημαντικές αυξήσεις τιμών από τη φαρμακοβιομηχανία), η ελληνική κυβέρνηση να βάλει ως πρώτη προτεραιότητα την εναρμόνιση με τα ισχύοντα στην υπόλοιπη Ευρώπη όπου η λειτουργία και διαχείριση των φαρμακείων επιτρέπεται μόνο από φαρμακοποιούς.

 
Ο Δημήτριος Ράγιας είναι Πρόεδρος Φαρμακευτικού Συλλόγου Δράμας- Αντιπρόσωπος Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου.

πηγή: healthweb