Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Η δημοσιονομική προσαρμογή περνάει από τα… γενόσημα

Ξεκίνησε η διαδικασία εξέτασης από το ΣτΕ για το ελάχιστο όριο συνταγογράφησης γενοσήμων

Σε μια θετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για το ελάχιστο όριο συνταγογράφησης γενοσήμων ανά γιατρό έχει εναποθέσει τις ελπίδες της η ηγεσία του υπουργείου Υγείας, προκειμένου να πλησιάσει το στόχο του 60% χορήγησης γενοσήμων σε ασφαλισμένους.

Το σχετικό ποσοστό, από περίπου 19-20% που ήταν πριν από 4 μήνες, έχει φτάσει σήμερα στο 25%, ωστόσο παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα και μακριά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 60%, για τον οποίο η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.


Πριν από λίγες ημέρες ξεκίνησε η διαδικασία εξέτασης από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) της κύριας προσφυγής των ιατρικών συλλόγων της χώρας, οι οποίοι ζητούν να ακυρωθεί υπουργική απόφαση του περασμένου Ιουλίου που καθορίζει ανά γιατρό μηνιαία ελάχιστα ποσοστιαία όρια συνταγογράφησης δραστικών ουσιών που δεν τελούν υπό καθεστώς προστασίας (έχει λήξει η πατέντα τους και άρα έχουν και γενόσημα σκευάσματα).

Τα ποσοστά αυτά ξεκινούν από 10% και φτάνουν το 100% ανάλογα με τη δραστική ουσία. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης της Παρασκευής 7 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος του ΣτΕ Σωτήρης Ρίζος φάνηκε να τηρεί ίσες αποστάσεις από τις δύο πλευρές (γιατροί-υπουργείο), λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «δεν θέλουμε τη σύγκρουση. Θέλουμε ορθολογική αντιμετώπιση των προβλημάτων». Έδωσε δε προθεσμία μιας εβδομάδας για την υποβολή υπομνήματος με περαιτέρω επιχειρήματα επί του θέματος.

Με την απόφαση του Ιουλίου, το υπουργείο έχει στόχο να αποτρέψει τους γιατρούς από το να συνταγογραφούν αποκλειστικά δραστικές ουσίες που παραπέμπουν μόνο σε πρωτότυπα σκευάσματα. Σε κάθε περίπτωση, εναπόκειται στον ασφαλισμένο, εάν θέλει να αγοράσει το πρωτότυπο και να πληρώσει τη διαφορά της τιμής του από το γενόσημο ή να προτιμήσει το πιο φθηνό φάρμακο.
Το σκεπτικό

Το μέτρο, το οποίο συνοδευόταν με ένα είδος «κόφτη» για όσους γιατρούς δεν έπιαναν το ποσοστό, ανεστάλη τον περασμένο Αύγουστο από το ΣτΕ, προσωρινά, έως την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης. Η λογική που επικράτησε στο ΣτΕ είναι ότι, υπό προϋποθέσεις, περιορίζεται η ευχέρεια των γιατρών να γράψουν τη σωστή θεραπευτική αγωγή για τους ασθενείς. Ο βασικός προβληματισμός ήταν ότι όταν πλησιάζει το τέλος του μήνα, ο γιατρός που δεν έχει φτάσει στο οριζόμενο ποσοστό θα γράψει μόνο δραστικές ουσίες που έχουν γενόσημα, ακόμα κι αν ο ασφαλισμένος χρειάζεται άλλη αγωγή.

Ανώτατα στελέχη του υπουργείου Υγείας εξέφραζαν την αισιοδοξία τους για την επικείμενη απόφαση του ΣτΕ. Όπως ανέφεραν, μια καλή εξέλιξη θα ήταν εάν το ανώτατο δικαστήριο δεχόταν το μέτρο του ελάχιστου μηνιαίου ποσοστού γενοσήμων, με κάποιες ωστόσο τροποποιήσεις - δικλίδες ασφαλείας για τον γιατρό, ώστε να μπορεί υπό προϋποθέσεις να γράφει και εκτός ορίων.

Με την ίδια υπουργική απόφαση του Ιουλίου θεσπίστηκε και το «νέο» πλαφόν στη μηνιαία δαπάνη συνταγογράφησης ανά γιατρό με βάση την ειδικότητα, την εποχή του έτους και την περιφερειακή ενότητα, στην οποία αυτός εδρεύει. Το μέτρο αυτό είχε την αντίστροφη πορεία σε σχέση με το ελάχιστο όριο γενοσήμων, αφού το ΣτΕ τον περασμένο Αύγουστο επέτρεψε την εφαρμογή του.

Το αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί δραστικά η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, τους δύο μήνες που ακολούθησαν. Ειδικότερα, η υπέρβαση στη φαρμακευτική δαπάνη του πρώτου εξαμήνου από 1 δισ. ευρώ κλειστό προϋπολογισμό έφτασε σε 1,127 δισ. ευρώ (μέση μηνιαία υπέρβαση της τάξης των 21 εκατ. ευρώ). Τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο η μηνιαία υπέρβαση περιορίστηκε στα 6 εκατ. ευρώ (μείωση της τάξης του 71%).

Η εφαρμογή του πλαφόν εκτιμάται ότι «ευθύνεται» σε κάποιο βαθμό και για την αύξηση της χρήσης γενοσήμων, αφού οι γιατροί, για να καταφέρουν να μείνουν εντός ορίου δαπάνης, συνταγογράφησαν δραστικές ουσίες και με φθηνά σκευάσματα.

Ο υπουργός Υγείας Μάκης Βορίδης έχει διαμηνύσει ότι δεν προβλέπεται μείωση του προϋπολογισμού για φαρμακευτική δαπάνη ΕΟΠΥΥ το 2015 σε σχέση με το 2014 (2 δισ. ευρώ). Αντίθετα, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αυξηθεί αυτή η δαπάνη. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει ο ίδιος, για να μπορέσει το υπουργείο να διεκδικήσει τέτοια αλλαγή θα πρέπει να τεθούν σε πλήρη εφαρμογή όλα τα διαρθρωτικά μέτρα για τα οποία έχει δεσμευθεί η χώρα μας.

Πηγή: Kathimerini.gr