Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

Τα αντιβιοτικά διαταράσσουν το εντερικό μικροβίωμα των παιδιών

Η χορήγηση αντιβιοτικών σε παιδιά έως τριών ετών διαταράσσει τη μικροβιακή ισορροπία στο γαστρεντερικό τους σύστημα, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης διαφόρων παθήσεων, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Science Translational Medicine. 
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης και του Ινστιτούτου Broad, με επικεφαλής τον καθηγητή Γαστρεντερολογίας Ράμνικ Ξαβιέ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, υποστηρίζουν ότι η απορρύθμιση και η μείωση της βιοποικιλότητας του οικοσυστήματος του εντερικού μικροβιώματος έχει ως συνέπεια να αυξάνεται ο κίνδυνος για την εμφάνιση παθήσεων, όπως ο διαβήτης τύπου 1, η παχυσαρκία, το άσθμα, οι αλλεργίες και το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
 
 
Η κοινότητα των μικροοργανισμών που αποικούν το έντερο, παίζουν ζωτικό ρόλο στη ρύθμιση του ανθρώπινου μεταβολισμού και στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. «Ο πληθυσμός των μικροβίων στην αρχή της παιδικής ηλικίας φαίνεται να παίζει κρίσιμο ρόλο στην ανθρώπινη υγεία, καθώς η μειωμένη ποικιλία του εντερικού μικροβιώματος συνδέεται με έναν αριθμό αλλεργικών και αυτοάνοσων παθήσεων», εξηγεί ο Δρ Ξαβιέ. 
Οι επιστήμονες μελέτησαν δύο ομάδες περίπου 80 νηπίων, αναλύοντας ανά μήνα δείγματα κοπράνων από τη στιγμή που είχαν γεννηθεί και ωσότου γίνουν 36 μηνών. Η γενετική ανάλυση μελέτησε σε βάθος τη διαχρονική εξέλιξη του μικροβιακού οικοσυστήματος. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, 20 παιδιά πήραν αντιβιοτικά για διαφόρων ειδών λοιμώξεις.
 
Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι όλα τα παιδιά είχαν ορισμένα κοινά είδη μικροοργανισμών, που μάλιστα αυξομειώνονταν περίπου στην ίδια ηλικία. Τα παιδιά, όμως, που είχαν πάρει αντιβιοτικά, είχαν μειωμένη ποικιλία μικροβιακών πληθυσμών, με λιγότερα είδη και με επικράτηση ενός μόνο βακτηριακού στελέχους, αντίθετα με τα πολλά είδη μικροβίων και στελεχών που υπήρχαν στο έντερο των παιδιών, τα οποία δεν είχαν πάρει αντιβιοτικά.
 
Ακόμη, κατά την θεραπεία με αντιβιοτικά, διαπιστώθηκε απότομη αύξηση της παρουσίας των γονιδίων εκείνων που παρέχουν αντίσταση στα αντιβιοτικά. Όταν σταμάτησε η χορήγηση των αντιβιοτικών, υποχώρησαν και τα επίπεδα των γονιδίων που ενισχύουν την ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά. Ορισμένα, όμως, γονίδια αντίστασης συνέχισαν να υπάρχουν πολύ μετά τη διακοπή της θεραπείας.
 
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι, εκτός από τα αντιβιοτικά, η σύνθεση και η ισορροπία του εντερικού μικροβιώματος εξαρτάται από τη διατροφή του παιδιού (θηλασμός ή βρεφικό γάλα) και από τον τρόπο γέννησής (με κολπικό τοκετό ή καισαρική τομή). Όπως με τα αντιβιοτικά, το βρεφικό γάλα και η καισαρική τομή καθυστερούν την ανάπτυξη και μειώνουν την ποικιλία των μικροβίων στο έντερο του παιδιού, καθιστώντας το έτσι πιο ευάλωτο.
 
Τέλος, η μητέρα επηρεάζει καθοριστικά το μικροβίωμα του παιδιού μεταφέροντάς του δικά της μικρόβια την ώρα της γέννας, καθώς και αργότερα μέσω του δέρματός της και κατά τον θηλασμό.
 
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
 
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ