Η Κομισιόν άναψε το «πράσινο φως» για αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης
Ο κ. Κικίλιας στην εισαγωγική του τοποθέτηση, σημείωσε πως....
«ό,τι και να πω σήμερα δεν έχει καμία σημασία εάν δεν συνδεθεί με μετρήσιμα αποτελέσματα, αποτελεσματικές πολιτικές και μέτρα που να αγγίζουν τη μέση ελληνική οικογένεια». Ο υπουργός Υγείας τόνισε για την αναπτυξιακή προοπτική του κλάδου της υγείας, πώς μπορούν αποδοτικότερα να αξιοποιούνται οι πόροι που επενδύονται. Τόσο στον τομέα του φαρμάκου, όσο και στους παρόχους υπηρεσιών υγείας, οι επενδύσεις μπορούν μετρήσιμα να συνδεθούν με το rebate και το clawback, με τη χρήση ευρωπαϊκών προγραμμάτων, με την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, καθώς και τη διασύνδεση ακαδημαϊκής κοινότητας και αγοράς εργασίας, με στόχο τη δημιουργία κινήτρων ώστε να σταματήσει το κύμα φυγής νέων επιστημόνων. Η κυβέρνηση είναι ανοιχτή σε συμπράξεις, πρόσθεσε.
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Θεόδωρος Τρύφων, επισήμανε ότι εκτός από τις οριζόντιες πολιτικές που χρειάζονται στη βιομηχανία αναφορικά με τη φορολογία και τη γραφειοκρατία, είναι αναγκαίες και κλαδικές πολιτικές. Ειδικότερα για τη φαρμακοβιομηχανία, ο κ. Τρύφων τόνισε ότι είναι ο κλάδος που κατέχει τη δεύτερη θέση σε εξαγώγιμα προϊόντα, συνεισφέρει με 2,8 δισ. ευρώ ετησίως στο ΑΕΠ και επενδύει μέχρι 17% κάθε χρόνο σε Έρευνα και Ανάπτυξη. Το ζήτημα είναι πώς θα υπάρξει διασύνδεση με τα πανεπιστήμια για έρευνα και πώς θα εκμεταλλευτεί καλύτερα ο κλάδος τη σύγχρονη τεχνολογία. Προϋπόθεση, βέβαια, είναι να λυθεί το παράδοξο, δηλαδή ο κλάδος που μπορεί να δώσει τεράστια επενδυτική ώθηση με πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, να πνίγεται από την υπερφορολόγηση.
Η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία πληρώνει 70% φορολογία μαζί με το rebate και το clawback, έναντι 20% των ξένων ανταγωνιστών. Επιπλέον, «πληρώνουμε για πράγματα που δεν μας αναλογούν, όπως η κάλυψη των ανασφάλιστων και τα εμβόλια». Επίσης, είναι αναγκαίο να υπάρξει ένα σταθερό και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον με βάση μια τριετή συμφωνία ανάμεσα στην Πολιτεία και τη φαρμακοβιομηχανία. Τέλος, ο κ. Τρύφων ζήτησε να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα γρήγορα, δίνοντας και μια συμβολική διάσταση στο διάστημα 2020-2021, καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση.
Τη συνεχή υποστήριξη της Ελλάδας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς εγγυήθηκε ο επικεφαλής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ντέκλαν Κοστέλο και αναφέρθηκε σε τρεις δέσμες ζητημάτων που χρήζουν βελτίωσης. Αυτές είναι:
Πρώτον, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Παρότι έχει γίνει κάποια πρόοδος, υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις στην εφαρμογή των ήδη νομοθετημένων μέτρων. Υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν ώστε να προκύψουν εξοικονομήσεις για το σύστημα υγείας, είτε πρόκειται για την πολιτική γενοσήμων, είτε για τα διαγνωστικά πρωτόκολλα, είτε για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Το πρώτο ζήτημα συνδέεται με το δεύτερο, το οποίο είναι το clawback. Ο κ. Κοστέλο χαρακτήρισε τις υποχρεωτικές επιστροφές ένα πολύ αποτελεσματικό δημοσιονομικό εργαλείο, το οποίο μείωσε τα επίπεδα της δαπάνης και δη της φαρμακευτικής σε «επιθυμητά επίπεδα». Ωστόσο, η συνεχής αυξητική τάση του δείχνει πως δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε, δημιουργώντας ανισορροπία. Αυτό οφείλεται και στο ότι η ύπαρξη του clawback δεν αναγκάζει την κυβέρνηση να προχωρήσει γρήγορα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. «Δεν λέμε να μην υπάρχει καθόλου clawback, αλλά να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις» είναι η πρόταση του επικεφαλής της αποστολής της Κομισιόν στη χώρα μας.
Το τρίτο ζήτημα που έθεσε, ήταν το επίπεδο της δημόσιας δαπάνης υγείας, το οποίο στη χώρα μας είναι πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,7% του ΑΠΕ στην Ελλάδα έναντι άνω του 7% στις χώρες της Ευρώπης). Ωστόσο, άφησε παράθυρο διόρθωσης των κλειστών προϋπολογισμών της υγείας. «Είναι μέρος των συζητήσεων που θα κάνουμε με το υπουργείο Οικονομικών, για να αυξήσουμε τη δημόσια δαπάνη υγείας εφόσον υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος» τόνισε ο κ. Κοστέλο.
Από τα λεγόμενα του Κοστέλο προκύπτει πως είναι στο χέρι της κυβέρνησης να διεκδικήσει αύξηση της δαπάνης για την υγεία, αλλά και πώς θα την κατανείμει ανάμεσα στους παρόχους, με το πρόβλημα της φαρμακευτικής δαπάνης να είναι μόνιμο τα τελευταία χρόνια. Το σχόλιο του Βασίλη Κικίλια, πάντως, για τις προτάσεις που ακούστηκαν από όλους τους ομιλητές, ήταν ότι κάποιες είναι άμεσα υλοποιήσιμες και κάποιες μεσοπρόθεσμα, χωρίς ωστόσο να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις.
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Θεόδωρος Τρύφων, επισήμανε ότι εκτός από τις οριζόντιες πολιτικές που χρειάζονται στη βιομηχανία αναφορικά με τη φορολογία και τη γραφειοκρατία, είναι αναγκαίες και κλαδικές πολιτικές. Ειδικότερα για τη φαρμακοβιομηχανία, ο κ. Τρύφων τόνισε ότι είναι ο κλάδος που κατέχει τη δεύτερη θέση σε εξαγώγιμα προϊόντα, συνεισφέρει με 2,8 δισ. ευρώ ετησίως στο ΑΕΠ και επενδύει μέχρι 17% κάθε χρόνο σε Έρευνα και Ανάπτυξη. Το ζήτημα είναι πώς θα υπάρξει διασύνδεση με τα πανεπιστήμια για έρευνα και πώς θα εκμεταλλευτεί καλύτερα ο κλάδος τη σύγχρονη τεχνολογία. Προϋπόθεση, βέβαια, είναι να λυθεί το παράδοξο, δηλαδή ο κλάδος που μπορεί να δώσει τεράστια επενδυτική ώθηση με πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, να πνίγεται από την υπερφορολόγηση.
Η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία πληρώνει 70% φορολογία μαζί με το rebate και το clawback, έναντι 20% των ξένων ανταγωνιστών. Επιπλέον, «πληρώνουμε για πράγματα που δεν μας αναλογούν, όπως η κάλυψη των ανασφάλιστων και τα εμβόλια». Επίσης, είναι αναγκαίο να υπάρξει ένα σταθερό και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον με βάση μια τριετή συμφωνία ανάμεσα στην Πολιτεία και τη φαρμακοβιομηχανία. Τέλος, ο κ. Τρύφων ζήτησε να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα γρήγορα, δίνοντας και μια συμβολική διάσταση στο διάστημα 2020-2021, καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση.
Τη συνεχή υποστήριξη της Ελλάδας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς εγγυήθηκε ο επικεφαλής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ντέκλαν Κοστέλο και αναφέρθηκε σε τρεις δέσμες ζητημάτων που χρήζουν βελτίωσης. Αυτές είναι:
Πρώτον, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Παρότι έχει γίνει κάποια πρόοδος, υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις στην εφαρμογή των ήδη νομοθετημένων μέτρων. Υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν ώστε να προκύψουν εξοικονομήσεις για το σύστημα υγείας, είτε πρόκειται για την πολιτική γενοσήμων, είτε για τα διαγνωστικά πρωτόκολλα, είτε για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Το πρώτο ζήτημα συνδέεται με το δεύτερο, το οποίο είναι το clawback. Ο κ. Κοστέλο χαρακτήρισε τις υποχρεωτικές επιστροφές ένα πολύ αποτελεσματικό δημοσιονομικό εργαλείο, το οποίο μείωσε τα επίπεδα της δαπάνης και δη της φαρμακευτικής σε «επιθυμητά επίπεδα». Ωστόσο, η συνεχής αυξητική τάση του δείχνει πως δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε, δημιουργώντας ανισορροπία. Αυτό οφείλεται και στο ότι η ύπαρξη του clawback δεν αναγκάζει την κυβέρνηση να προχωρήσει γρήγορα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. «Δεν λέμε να μην υπάρχει καθόλου clawback, αλλά να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις» είναι η πρόταση του επικεφαλής της αποστολής της Κομισιόν στη χώρα μας.
Το τρίτο ζήτημα που έθεσε, ήταν το επίπεδο της δημόσιας δαπάνης υγείας, το οποίο στη χώρα μας είναι πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,7% του ΑΠΕ στην Ελλάδα έναντι άνω του 7% στις χώρες της Ευρώπης). Ωστόσο, άφησε παράθυρο διόρθωσης των κλειστών προϋπολογισμών της υγείας. «Είναι μέρος των συζητήσεων που θα κάνουμε με το υπουργείο Οικονομικών, για να αυξήσουμε τη δημόσια δαπάνη υγείας εφόσον υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος» τόνισε ο κ. Κοστέλο.
Από τα λεγόμενα του Κοστέλο προκύπτει πως είναι στο χέρι της κυβέρνησης να διεκδικήσει αύξηση της δαπάνης για την υγεία, αλλά και πώς θα την κατανείμει ανάμεσα στους παρόχους, με το πρόβλημα της φαρμακευτικής δαπάνης να είναι μόνιμο τα τελευταία χρόνια. Το σχόλιο του Βασίλη Κικίλια, πάντως, για τις προτάσεις που ακούστηκαν από όλους τους ομιλητές, ήταν ότι κάποιες είναι άμεσα υλοποιήσιμες και κάποιες μεσοπρόθεσμα, χωρίς ωστόσο να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις.